Άρθρο του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη για τη συνθήκη Σέγκεν στην ιστοσελίδα LIBERAL.gr.
Οι προειδοποιήσεις - απειλές που διατυπώνοντας έως τώρα υπό τη μορφή τροχειοδεικτικών βολών, για την παραμονή της Ελλάδας στη Συνθήκη Σένγκεν είναι αδιανόητες. Η συμμετοχή της Ελλάδας στη Ζώνη Σένγκεν ήταν εξαρχής αυτονόητη λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης. Πρόκειται περί κατάκτησης που η χώρα μας θα υπερασπιστεί μέχρι τέλους, αλλιώς ουσιαστικά αλλάζουν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, με ό,τι σημαίνει αυτό.
Την ώρα που απαιτείται η μέγιστη δυνατή αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών - μελών της Ε.Ε., οι απειλές αυτές πλήττουν την ακολουθούμενη κοινή ευρωπαϊκή πολιτική, για ένα ζήτημα που θα κυριαρχεί τα επόμενα χρόνια, και έρχονται -με τρόπο άναρχο, άκομψο και εν τέλει επικίνδυνο- να συναθροιστούν στα υπόλοιπα ανοιχτά ζητήματα μεταξύ της Ελλάδας και των ευρωπαϊκών θεσμών. Πρόκειται για ένα ζήτημα που αφορά όλη την Ευρώπη και για το οποίο η Ελλάδα, χωρίς αμφιβολία, δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένη. Σήμερα η Ευρώπη για το συγκεκριμένο, αλλά και για αρκετά άλλα μεγάλα ζητήματα, είναι βαθιά διχασμένη. Έτσι, δεν είναι καθόλου απίθανο να υπερισχύσει μια τάση που θα επιδιώξει να επιρρίψει το σύνολο των ευθυνών στην Ελλάδα, με επιπτώσεις που διαφαίνονται ιδιαιτέρως ανησυχητικές για την οικονομία της, τον τουρισμό, αλλά και την κοινωνική συνοχή της. Η δύσκολη εν εξελίξει διαπραγμάτευση στην οποία βρίσκεται η Αθήνα με τους εταίρους, λόγω του δανειακού προγράμματος και του χρέους, δεν θα πρέπει να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από θερμοκέφαλους και κοντόφθαλμους κύκλους. Μετατρέποντας την Ελλάδα σε ένα απέραντο στρατόπεδο, με μοχλό πίεσης την εφαρμογή του Μνημονίου και τη διευθέτηση του δημοσίου χρέους, επαπειλείται ό,τι πέτυχε η χώρα αλλά και τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι απαράδεκτο. Δεν επιτρέπεται η Ελλάδα να πέσει σε μια τέτοια παγίδα.
Η Ελλάδα, πρώτη -χωρίς τη θέλησή της- χώρα υποδοχής των προσφυγικών ροών στην Ευρώπη, αυτή την ώρα δεν χρειάζεται απειλές. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί γρήγορα προκειμένου να δημιουργήσει τις δομές που απαιτούνται και η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους επίσημους θεσμικούς εκπροσώπους της, να προσφέρει εμπράκτως την αλληλεγγύη, τη συνεργασία και τη βοήθειά της.