Άρθρο του δημάρχου Αθηναίων κ. Γιώργου Καμίνη στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», για τα 60 χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης.
Μπορεί να σωθεί το ευρωπαϊκό εγχείρημα και σε ποια μορφή; Τι μπορούν να κάνουν οι πόλεις;
Όταν ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής ρωτήθηκε «πώς θα τα καταφέρουν οι ‘Ελληνες στους κόλπους της ΕΟΚ;», απάντησε πως «θα πέσουν στο νερό κι εκεί θα μάθουν να κολυμπάνε». Δεν νομίζω ότι οι Έλληνες μάθαμε να κολυμπάμε στα βαθιά ευρωπαϊκά νερά. Φαίνεται όμως πως ούτε οι υπόλοιποι ευρωπαίοι έχουν μάθει καλό κολύμπι. Γιατί όποτε πιάνει φουρτούνα στην ευρωπαϊκή θάλασσα, αποδεικνύεται ότι η Ευρώπη είναι απροετοίμαστη και τρέχει ασθμαίνοντας πίσω από τις εξελίξεις. Και όποτε οι Ευρωπαίοι φτάνουν σε κάποια λύση, αυτή συνήθως επιτυγχάνεται στον κατώτατο δυνατό κοινό παρονομαστή. Ένα εμφανές κενό ηγεσίας διακρίνεται σε όλες τις μεγάλες πρόσφατες κρίσεις: στην κρίση του ευρώ, στις σχέσεις με τη Ρωσία, στη διαχείριση των κρίσεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και βεβαίως στην τρέχουσα κρίση του προσφυγικού, που δοκιμάζει με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση τις αντοχές του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Γιατί αυτό που αποδεικνύει η προσφυγική κρίση είναι η αδυναμία να προστατεύσουμε το ανθρωπιστικό ιδεώδες, δηλαδή το ηθικοπολιτικό θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η ευρωπαϊκή ιδέα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Παρ’όλα αυτά, το ευρωπαϊκό εγχείρημα, έστω και αν σήμερα φαίνεται να στερείται μιας δυναμικής που θα του έδινε την πολύτιμη ώθηση, δεν πνέει τα λοίσθια όπως θα ήθελαν πολλοί, φανεροί και κρυφοί εχθροί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σύμφωνα με την περίφημη ρήση του J. Monnet, «η Ευρώπη θα σφυρηλατήσει την ενότητά της μέσα από κρίσεις». Και πράγματι, έτσι έχει συμβεί μέχρι σήμερα.
Οι δημαγωγοί και λαϊκιστές, δεξιάς και αριστερής κοπής, που μόλις προχτές ήταν αντικείμενο χλεύης ως γραφικοί, είναι έτοιμοι πια να υπηρετήσουν, από θέσεις εξουσίας, τη χίμαιρα ότι η εθνική περιχαράκωση, η επιστροφή στο έθνος κράτος, θα ξορκίσει τα δεινά της παγκοσμιοποίησης. ‘Οπισθεν ολοταχώς δηλαδή. Η Ευρώπη πρέπει να αποδείξει ότι ακολουθεί μια πολιτική δραστικής μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων, ώστε το ευρωπαϊκό εγχείρημα να διασωθεί.
Αυτό, όμως, που συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, είναι ότι έχει εμπεδωθεί ένα κλίμα διεθνούς προσανατολισμού και εξωστρέφειας. Ένα περιβάλλον που έχει κατορθώσει να αφομοιώσει τις σύγχρονες τάσεις της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας, κυρίως ως προς την επεξεργασία λύσεων με βάση τις νέες τεχνολογίες και μορφές επικοινωνίας, με μια έντονη ροπή προς την κοινωνική καινοτομία και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Το βλέπουμε αυτό και στην Αθήνα της κρίσης. ‘Ενας σφριγηλός κόσμος νέων διανoουμένων, καλλιτεχνών αλλά και καινοτόμων επιχειρηματιών, που διακρίνεται μεν από έντονη δυσπιστία προς τις παραδοσιακές μορφές πολιτικής εκπροσώπησης, παραμένει όμως βαθιά προσηλωμένος στις ευρωπαϊκές αξίες του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης.
Οι πόλεις αποτελούν τα μεγάλα κοινωνικά εργαστήρια όπου κυοφορείται το μέλλον. Η Αθήνα, σε πείσμα της διεθνούς περιχαράκωσης που γνωρίζει η χώρα τα τελευταία χρόνια, είναι παρούσα, συμμετέχει δυναμικά και συνδιαμορφώνει τις εξελίξεις. Με πρόταση της Αθήνας συγκροτήθηκε «Η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης 50 Ευρωπαϊκών Πόλεων για το Προσφυγικό», στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δικτύου πόλεων EUROCITIES. Μεγάλες πόλεις όπως η Μαδρίτη, το ‘Αμστερνταμ, το Βερολίνο, η Βαρκελώνη και το Γκντάνσκ, δηλώνουν έτοιμες να υποδεχθούν πρόσφυγες από την Αθήνα. Και αυτή η υψηλού πολιτικού συμβολισμού πρωτοβουλία εκδηλώνεται την ίδια στιγμή που το πρόγραμμα μετεγκατάστασης σε επίπεδο κρατών - μελών καρκινοβατεί.
Όσοι πιστεύουμε στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, έχουμε το καθήκον να φέρουμε κοντά μας και όλους αυτούς που η κρίση των τελευταίων ετών έχει σπρώξει στο περιθώριο. Να επιτύχουμε ανάπτυξη με κοινωνική συνοχή, διατηρώντας όμως την Ευρώπη ανταγωνιστική στη διεθνή σκηνή. Αυτό όμως δε θα το κατορθώσουμε παρά μόνο με σκληρή δουλειά και έξω από στείρες κομματικές περιχαρακώσεις.