Είναι επιτέλους καιρός το πανεπιστημιακό άσυλο να αποκτήσει το αρχικό αυτονόητο νόημά του, αυτό της προάσπισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας και σκέψης και να υπηρετήσει την εύρυθμη και δημοκρατική λειτουργία των πανεπιστημίων σημειώνουν οι δήμαρχοι Αθηναίων Γιώργος Καμίνης και Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης σε κοινό άρθρο τους που δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα του ευνομούμενου και δημοκρατικού κόσμου στην οποία δεν τηρείται το πανεπιστημιακό άσυλο. Γιατί πανεπιστημιακό άσυλο σημαίνει διασφάλιση της ελεύθερης έκφρασης και διακίνησης ιδεών. Προστασία του αυτονόητου δηλαδή δικαιώματος των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και των προσκεκλημένων της να διατυπώσουν την άποψη τους όπως αυτοί νομίζουν καλύτερα, ακόμη και όταν οι ακροατές ή οι συνομιλητές τους δε συμφωνούν με αυτήν. Έχει μεγαλύτερη σημασία να μπορούμε να συνομιλούμε και να διατηρούμε το δίαυλο του διαλόγου με αυτούς με τους οποίους διαφωνούμε παρά με εκείνους με τους οποίους συμφωνούμε. Αυτό εξάλλου είναι ένα από τα πιο στοιχειώδη γνωρίσματα των δημοκρατικών καθεστώτων. Στην Ελλάδα έχουμε έναν λόγο παραπάνω να προστατεύσουμε την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, μια και λόγω των σκοτεινών περιόδων στην ιστορία της χώρας η ανεμπόδιστη έκφραση της ανθρώπινης βούλησης ήταν πολλές φορές ζητούμενο. Παρ’όλα αυτά, αντί αυτονόητα να ταυτιστεί με την υπεράσπιση της απρόσκοπτης ανταλλαγής ιδεών και του ελεύθερου διαλόγου, η έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου στη χώρα μας διαστρεβλώνεται βάναυσα. Ταυτίζεται εν τέλει με ένα ιδιότυπο ‘άσυλο’ για παράνομες και αντικοινωνικές πράξεις από κάθε είδους εγκληματικές ομάδες που βρίσκουν την ευκαιρία να δρουν ανενόχλητες στο χώρο των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η απαράδεκτη αυτή ανοχή, που υποβαθμίζει τη λειτουργία των ακαδημαϊκών μας ιδρυμάτων δρώντας εις βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών της, αποτελεί υπόθαλψη μιας επικίνδυνης κοινωνικής και ψυχολογικής παθολογίας και έχει συγκεκριμένα αίτια.
Ο υποχωρητικός λαϊκισμός των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης απέναντι στο φαινόμενο της ενδοπανεπιστημιακής κυριαρχίας των κομματικών νεολαιών εδραίωσε τη διεστραμμένη αυτή αντίληψη. Μια τέτοια αντίληψη έχει εμφιλοχωρήσει, δυστυχώς,ακόμη και στα σώματα ασφαλείας, τα οποία και σήμερα ακόμη αρνούνται επίμονα να παρέμβουν στους πανεπιστημιακούς χώρους χωρίς εντολή της πολιτικής ηγεσίας τους. Κι’αυτό ενώ εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια τους εγκληματικές συμπεριφορές σε βάρος τόσο προσώπων όσο και της δημόσιας περιουσίας. Έτσι, η εσφαλμένη αλλά βολική αυτή πρόσληψη του πανεπιστημιακού ασύλου έχει καταλήξει στη παράλογηταύτισή του με κάποιου είδους ‘άβατο’ για την αστυνομία. Η προσχηματική του επίκληση έχει ξεκάθαρα συντελέσει σε μεγάλο βαθμό στη μετατροπή των πανεπιστημιακών χώρων σε εστίες κοινωνικής εξαθλίωσης και κινδύνου για την ευρύτερη δημόσια υγεία και ασφάλεια. Την ίδια δε στιγμή, ασφαλείς απέναντι στο ενδεχόμενο προστατευτικής για την ακαδημαϊκή κοινότητα παρέμβασης της πολιτείας, ηχηρές πολιτικές μειοψηφίες, αναλαμβάνουν τον ρόλο του ‘προστάτη’ της πανεπιστημιακής ζωής προπηλακίζοντας μη αρεστούς σε αυτές παράγοντες ή διαλύοντας βιαίως συνεδριάσεις πανεπιστημιακών οργάνων και ‘ιδεολογικά αντίπαλες’ ακαδημαϊκές εκδηλώσεις.
Είναι επιτέλους καιρός το πανεπιστημιακό άσυλο να αποκτήσει το αρχικό αυτονόητο νόημά του, αυτό της προάσπισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας και σκέψης και να υπηρετήσει την εύρυθμη και δημοκρατική λειτουργία των πανεπιστημίων. Γι’ αυτό και καθήκον όλων μας -όλων των δημοκρατικών πολιτών- είναι να αντιταχθούμε στη νοσηρή ταύτιση του ασύλου με κάποιο δήθεν ‘άβατο’, αξιώνοντας εδώ και τώρα την θεσμική αποκατάσταση της πραγματικής του αποστολής. Της αποστολής που επιτάσσει το σύνταγμα της ελληνικής δημοκρατίας.